Με
«κομμένη την ανάσα» παρακολουθεί η ναυτιλιακή βιομηχανία την κάθετη
πτώση της ναυλαγοράς ξηρού φορτίου, αφού ο δείκτης Baltic Dry Index έχει
χάσει από τις αρχές του χρόνου πάνω από το 40% της αξίας του.
Πιο συγκεκριμένα, στις αρχές του 2012 ο BDI ήταν στις 1.738 μονάδες,
ενώ σήμερα έχει πέσει στις 712. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις χθες
σημείωσε οριακή άνοδο τριών μονάδων, μετά από το κλείσιμο στις 9 Ιουλίου
2012.
Η «ελεύθερη πτώση» στην αγορά σύμφωνα με τον πρόεδρο του Σωματείου
Μεσιτών Ναυτιλιακών Συμβάσεων, Γιάννη Παχούλη οφείλεται στην
επιφυλακτικότητα που υπάρχει στη διεθνή χρηματοοικονομική σκηνή.
Επιφυλακτικότητα η οποία εδράζεται στην πίεση που δέχεται η ευρωπαϊκή
οικονομία, που φυσικά, όπως τονίζει ο κ. Παχούλης, έχει αρνητικό
αντίκτυπο στις οικονομίες άλλων χωρών.
Ο πρόεδρος του Σωματείου παρομοιάζει τη στάση που κρατούν σήμερα οι
ναυτιλιακές εταιρείες που διαχειρίζονται bulker, με αγώνα δρόμου
ημιαντοχής, όπου οι δρομείς ακολουθούν στρατηγική αναμονής, ώστε να
βρεθούν σε πλεονεκτική θέση στην τελική ευθεία.
«Η δυστοκία που υπάρχει σήμερα από πλευράς τραπεζών να χρηματοδοτήσουν
ιδιαίτερα τις μεγάλες πιστώσεις για πώληση φορτίων όπως συνέβη και στην
παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, σε συνδυασμό με τις πολλές
παραδόσεις νεότευκτων, έφεραν την ισορροπία προσφοράς και ζήτησης να
γέρνει σε μεγάλο βαθμό προς τη πλευρά της προσφοράς», σημειώνει
χαρακτηριστικά.
Οι προοπτικές
Ο κ. Παχούλης εκτιμά ότι η αγορά θα ανακάμψει ή στη χειρότερη περίπτωση
θα σταθεροποιηθεί σε υψηλότερα από τα φετινά επίπεδα μέσα στο 2013.
Ωστόσο εξετάζοντας τις μακροπρόθεσμες προοπτικές εμφανίζεται αισιόδοξος
για τον κλάδο.
«Οι μακροπρόθεσμες προοπτικές εμφανίζονται αισιόδοξες. Για παράδειγμα η
Ινδία ανακοίνωσε ότι αυξάνει τις εισαγωγές άνθρακα σε ποσοστό
τουλάχιστον 15% ετησίως για την επόμενη πενταετία. Επίσης έχουμε και τη
σταθερή ζήτηση σιδηρομεταλλεύματος από την Κίνα».
Αλλά και η ναυτιλιακή βιομηχανία έχει αντιδράσει. Ο αριθμός των πλοίων
που πωλούνται για διάλυση έχει αυξηθεί κατακόρυφα, αν και δεν φτάνει τις
παραδόσεις νεότευκτων. Όμως και οι παραγγελίες νέων πλοίων έχουν
συρρικνωθεί, αφού η διετία 2013 - 2015 είναι αυτή με το μικρότερο αριθμό
παραδόσεων νεότευκτων πλοίων τα τελευταία χρόνια.
Αισιόδοξα μηνύματα
Για τον κ. Παχούλη υπάρχουν και άλλα αισιόδοξα μηνύματα στην παγκόσμια
οικονομία για τη ναυτιλία. «Σύμφωνα με αναλυτές η αύξηση του διεθνούς
εμπορίου μέχρι το 2026 θα φτάσει το 98%. Η πρόβλεψη αυτή λαμβάνει ως
δεδομένο ότι η Βραζιλία και η Ινδία θα είναι οι χώρες με το υψηλότερο
βαθμό ανάπτυξης του εισαγωγικού εμπορίου περίπου στο 7,5% η κάθε μια σε
ετήσια αύξηση για τα επόμενα πέντε χρόνια», σημειώνει και προσθέτει:
«Ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν και τριτογενείς παράγοντες, εσωτερικές
διαμάχες, εμφύλιοι πόλεμοι, φυσικές καταστροφές, που επηρεάζουν το
παγκόσμιο εμπόριο και συνεπώς τη ναυτιλία και που πάντα πρέπει να
λαμβάνονται υπόψη ως αστάθμητοι παράγοντες του διεθνούς εμπορίου».
Αναφερόμενος στη Ρωσία τονίζει ότι η ανάπτυξη της οικονομίας της
παραμένει έως αυτή τη στιγμή ερωτηματικό. «Το υπέδαφος της Ρωσίας
θεωρείται από τα πλουσιότερα στον κόσμο», αναφέρει και υπογραμμίζει:
«Υπάρχουν ερωτηματικά διότι, ίσως σήμερα, όλοι να εστιάζουν στα δικά
τους εσωτερικά προβλήματα και δεν δίνουν την πρέπουσα προσοχή σε κάποιες
οικονομίες που αναπτύσσονται ραγδαία».
Η Αφρική είναι το μέλλον
Το μέλλον όμως ανήκει και στην Αφρική, αφού όπως υπογραμμίζει στη «Ν» ο
κ. Παχούλης θα έχει μεγάλη ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια, λόγω των
επενδύσεων που ήδη γίνονται εκεί από άλλες χώρες, σε συνδυασμό με τις
πλουτοπαραγωγικές πηγές που διαθέτει. Όπως σημειώνει στη «Ν», η Κίνα
έχει ήδη πραγματοποιήσει τεράστιες επενδύσεις σε χώρες, τόσο της
ανατολικής, όσο και της δυτικής Αφρικής, με σκοπό την εκμετάλλευση των
πόρων που αυτές διαθέτουν.
«Εν κατακλείδι η Κίνα φαίνεται να κάνει τις πλέον συνετές επενδύσεις
στον τομέα των εξωτερικών οικονομικών σχέσεων που μπορεί στο μέλλον να
αποδειχθούν χρυσοφόρες», σημειώνει ο κ. Παχούλης και καταλήγει:
«Ευελπιστούμε λοιπόν ότι η αγορά θα αρχίσει να αναπνέει μέσα στη επόμενη
διετία σε λογικά επίπεδα, που θα επιτρέψουν και πάλι την κερδοφορία στα
σύγχρονα πλοία».
ΠΗΓΗ: Ναυτεμπορική
|