Με κατάρρευση απειλείται η ραχοκοκαλιά της ελληνικής ναυτιλιακής
βιομηχανίας την οποία αποτελούν παραδοσιακές οικογενειακές ναυτιλιακές
επιχειρήσεις.
Η κρίση που έχει πλήξει την ναυλαγορά και ειδικά το ξηρό φορτίο,
δηλαδή τη φορτηγό ναυτιλία, οδηγεί σε λουκέτο πολλές ιδιωτικές
ναυτιλιακές εταιρείες ενώ προβλήματα αντιμετωπίζουν και οι εισηγμένες
αφού οι περισσότερες από αυτές βλέπουν τη μετοχή τους να έχει
κατρακυλήσει κάτω από το ένα δολάριο και είναι ορατός ο κίνδυνος της
διαγραφής τους από τα χρηματιστήρια.
Το 2015 αποτελεί μία από τις χειρότερες της τελευταίας δεκαετίας για
τον κλάδο του ξηρού φορτίου σύμφωνα με τους αναλυτές της ναυτιλιακής
αγοράς.
Οι θετικές προοπτικές που διαφαίνονταν στις αρχές του έτους
διαψεύστηκαν στην πορεία και όσο κυλούν οι μέρες προς το τέλος του
έτους, ενισχύονται οι φόβοι για παράταση της κρίσης και το 2016, αφού οι
προσδοκίες ότι η διάλυση των παλαιοτέρων πλοίων θα οδηγούσε σε
αποσυμφόρηση της αγοράς λόγο της υπερπροσφοράς χωρητικότητας, δεν
επαληθεύτηκαν.
«Η βαθιά αυτή κρίση είναι διάχυτη σε όλες τις συνιστώσες της αγοράς
του ξηρού φορτίου, είτε πρόκειται για τις αξίες, είτε τις ναυλαγορές,
είτε τις αγορές κεφαλαίου, ενώ είναι ορατή σε όλες τις δραστηριότητες
των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο είτε πρόκειται για
ναυτιλιακές, για τράπεζες, για επενδυτικά κεφάλαια» επισημαίνει ο
τραπεζίτης, Γιώργος Ξηραδάκης, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της
εταιρείας οικονομικών συμβούλων XRTC.
«Οι ναυτιλιακές εταιρείες, ιδιωτικές ή εισηγμένες, που
δραστηριοποιούνται στην αγορά του ξηρού φορτίου, αντιμετωπίζουν κοινά
προβλήματα, εξαιτίας των συνθηκών της αγοράς και της αβεβαιότητας που τη
διέπει. Από τη μια η έντονη κάθοδος των τιμών των εμπορευμάτων,
εξαιτίας διαφόρων παραγόντων, πρωτίστως όμως εξαιτίας της μειωμένης
ζήτησης από την Κίνα και την παράλληλη πτώση του ρυθμού ανάπτυξης του
«Κόκκινου Δράκου». Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την υπερπροσφορά
χωρητικότητας δημιουργούν τέτοιες συνθήκες ώστε η έξοδος από τη σημερινή
κρίση να φαντάζει ιδιαιτέρως δυσχερής, τουλάχιστον στο εγγύς
μέλλον. Στα παραπάνω έρχονται να προστεθούν και οι φόβοι για
γεωπολιτικούς κινδύνους και παγκόσμια ανισορροπία με άγνωστα και δύσκολα
να αποτυπωθούν με αριθμητικά δεδομένα προκειμένου να γίνουν οι
κατάλληλες προβλέψεις».
Όσο αφορά τις εισηγμένες ναυτιλιακές τονίζει:
«Από την πλευρά των εισηγμένων ναυτιλιακών εταιρειών, οι οποίες
βιώνουν καθημερινά την καταβαράθρωση των κεφαλαιοποιήσεών τους, τα
περιθώρια αντιμετώπισης της κρίσης είναι στενά αφού οι τιμές των μετοχών
των περισσοτέρων απ' αυτές είναι κάτω του ενός δολαρίου, με αποτέλεσμα
να ελλοχεύει ο κίνδυνος της διαγραφής τους από τα χρηματιστηριακά
ταμπλό. Βέβαια οι παραπάνω συνθήκες δημιουργούν για τους μεγάλους
παίκτες του κλάδου ευκαιρίες να διευρύνουν τα μερίδιά τους μέσω της
αγοράς μεταχειρισμένων πλοίων σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές» και συνεχίζει
αναφερόμενος στη μη εισηγμένες:
«Τα ίδια δεδομένα ισχύουν και τους μεγάλους μη εισηγμένους παίκτες
της αγοράς. Παρά την παντελή έλλειψη άντλησης κεφαλαίων από τις
κεφαλαιαγορές, οι τράπεζες συνεχίζουν να στηρίζουν τους μεγάλους παίκτες
εισηγμένους και μη, δίνοντας τους έτσι το συγκριτικό πλεονέκτημα για
περαιτέρω μεγέθυνσής τους».
Στη δίνη η ελληνόκτητη ναυτιλία
Όπως επισημαίνει ο Γιώργος Ξηραδάκης, «η ελληνόκτητη ναυτιλία
αποτελείται από μικρές και μεσαίου μεγέθους εταιρείες οι οποίες
διαχειρίζονται από ένα έως 7 πλοία και βρίσκονται στη δίνη της κρίσης με
μοναδικά όπλα τους την πιθανή ρευστότητα, την πολύχρονη εμπειρία και τη
συνετή διαχείριση» και προσθέτει:
«Κάτω από αυτό το πρίσμα, οι συνθήκες χρηματοδότησής τους έχουν
αλλάξει δραματικά με ταυτόχρονη μείωση του ποσοστού δανειοδότησης και
αύξησης του περιθωρίου κέρδους δυσχεραίνοντας έτσι κάθε επενδυτική
προσπάθεια των εταιριών αυτών. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι η αντιμετώπιση
της κρίσης από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που στηρίζουν τον κλάδο
δημιουργεί συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας στις μικρές και μεσαίες
εταιρείες με αποτέλεσμα τόσο οι εταιρείες να χάνουν τα πλοία τους, άρα
και κάθε πιθανότητα ανάκαμψης όσο και οι τράπεζες να αποκτούν στόλους
τους οποίους αδυνατούν να διαχειριστούν».
Επενδυτικές ευκαιρίες και κερδοσκοπία
Η κατάσταση αυτή στην οποία έχει περιέλθει η αγορά ξηρού φορτίου έχει
αποτελέσει πεδίο ευκαιριών για επενδυτικά funds. Το νόμισμα όμως έχει
δύο όψεις.
«Κάποια από αυτά τα funds που επένδυσαν τα τελευταία 3-4 χρόνια,
έχουν χάσει σημαντικό μέρος από τα κεφάλαια που έβαλαν στη ναυτιλία και
παραμένουν εγκλωβισμένα. Η απόφασή τους για έξοδο ή μη από τις
επενδύσεις αυτές μπορεί να είναι καθοριστική για τη διαμόρφωση της
αγοράς το προσεχές διάστημα. Από την άλλη μεριά, υπάρχουν επενδυτικά
κεφάλαια τα οποία προσβλέπουν στην αγορά των «κόκκινων» ναυτιλιακών
δανείων για βραχυπρόθεσμη κερδοσκοπία και όχι για στήριξη του κλάδου»
υπογραμμίζει ο Γιώργος Ξηραδάκης και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για
το μέλλον των μικρομεσαίων ελληνικών συμφερόντων, ναυτιλιακών εταιρειών:
«Τα ανωτέρω δεδομένα αποτελούν δαμόκλειο σπάθη για την ύπαρξη και
δραστηριοποίηση της ραχοκοκαλιάς της ελληνόκτητης ναυτιλίας που δεν
είναι άλλη από την παραδοσιακή οικογενειακή ναυτιλιακή επιχείρηση. Ο
κίνδυνος της τάσης αυτής αποτυπώνεται στους αριθμούς των ναυτιλιακών
εταιρειών που μειώνονται διαρκώς. Ίσως οι μικρές ναυτιλιακές εταιρείες
θα έπρεπε να αναζητήσουν άλλους τρόπους χρηματοδότησης οι οποίοι θα
ευνοούσαν τις συνέργειες μεταξύ τους δημιουργώντας συνθήκες ικανές να
προσελκύσουν το επενδυτικό ενδιαφέρον των τραπεζών προκειμένου να
μπορέσουν να ξεπεράσουν το σκόπελο τόσο της παρούσας ναυτιλιακής κρίσης
όσο και άλλων μελλοντικών».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.