8 Ιουλ 2014

Κόντρα Αμερικανών – Κινέζων με φόντο το λιμάνι του Πειραιά

«Ο χρόνος κυλάει σαν το νερό, περνάει και φεύγει». Με τη φράση αυτή ο πρωθυπουργός της Κίνας Λι Κετσιάνγκ φέρεται να έστειλε το  μήνυμα προς την ελληνική κυβέρνηση  για την υπόθεση κυρίως της ιδιωτικοποίησης του ΟΛΠ κατά την πρόσφατη επίσκεψη του στην Ελλάδα. Το θέμα του Φιλικού Διακανονισμού μεταξύ Οργανισμού και Cosco είναι κομβικής σημασίας για τους Κινέζους που έχουν  συνδέσει την προοπτική της αγοράς του 67% ΟΛΠ με την θετική έκβαση της υπόθεση. Εφόσον εγκριθεί ο φιλικός διακανονισμός  η Cosco παίρνει  και το δυτικό τμήμα της προβλήτας ΙΙΙ του λιμανιού του Πειραιά όπου θα γίνουν έργα κόστους 230 εκατομμυρίων ευρώ,   με αντάλλαγμα την αναστολή του εγγυημένου ανταλλάγματος που καταβάλλει κάθε χρόνο η κινεζική εταιρεία για το Σταθμό Εμπορευματοκιβωτίων. Οι Κινέζοι εφόσον αποκτήσουν τον πλήρη έλεγχο και διαχείριση ολόκληρης της προβλήτας ΙΙΙ μέσω της έγκρισης από την ΕΕ του φιλικού διακανονισμού στην πράξη θα αποτρέψουν κάθε άλλον επενδυτή να μπει στο λιμάνι του Πειραιά αφού ο ανταγωνισμός θα είναι  άνισος.

Η ελληνική κυβέρνηση πιέζεται αφού ο πώληση του ΟΛΠ δεν πρόκειται να προχωρήσει  έως ότου  ληφθεί h απόφαση από την Επιτροπή Ανταγωνισμού της ΕΕ ώστε οι πέντε ενδιαφερόμενοι να γνωρίζουν το πλαίσιο στο οποίο θα κληθούν να επενδύσουν.

Ανάμεσά τους είναι και οι αμερικάνοι του   Ports America που  είναι ο μεγαλύτερος φορέας εκμετάλλευσης τερματικών σταθμών στις Ηνωμένες Πολιτείες, με παρουσία σε περισσότερα από 42 λιμάνια,  80 περιοχές και 85 χρόνια εμπειρίας.
Η εταιρεία ανήκει στην Highstar Capital, που είναι γνωστή για τις επενδύσεις σε υποδομές αλλά και τομείς όπως η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, επεξεργασία νερού και λυμάτων, μεταφοράς και αποθήκευσης φυσικού αερίου, διαχείρισης αποβλήτων, logistics, μεταφορές κ.ά.
Η αμερικανο-κινεζική κόντρα στον Πειραιά αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον. 
 Από την πλευρά του, ο Υπουργός Ναυτιλίας και Αιγαίου, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα στα Βρυξέλλες όπου είχε ανεπίσημες επαφές για το θέμα του Φιλικού Διακανονισμού. Τα μηνύματα είναι θετικά υπέρ της κυβερνητικής θέσης όμως όπως επεσήμανε στο στέλεχος της κυβέρνησης «από την αρχή της υπόθεσης θετικά είναι όμως απόφαση δεν βλέπουμε και κινδυνεύει να χαθεί το τρένο». Πάντως η θέση του ΥΝΑ είναι ξεκάθαρα φιλοκινεζική:
«Από την πρώτη, κιόλας, ημέρα ανάληψης των καθηκόντων μου ξεκινήσαμε μια προσπάθεια προκειμένου να συντάξουμε, να ολοκληρώσουμε και τελικά να υπογράψουμε αυτή τη συμφωνία. Μια συμφωνία που ξεκίνησε από το μηδέν και καταφέραμε να μονογράψουμε μέσα σε ένα χρόνο ρεκόρ, των 5 μηνών. Από τότε, βρισκόμαστε σε συνεχή διαβούλευση και συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την έγκρισή της. Πεποίθησή μας είναι ότι πρέπει σε τέτοια ζητήματα να προχωράμε με σοβαρότητα και υπευθυνότητα», σημειώνει  ο κ. Βαρβιτσιώτης και προσθέτει: «Πρέπει κάθε τι να το χτίζουμε σε στέρεες βάσεις. Σε βάσεις που μην μπορεί κανένας, ειδικότερα από τα λιμάνια που μας ανταγωνίζονται διεθνώς, να τις αμφισβητήσει στο μέλλον. Προτεραιότητά μας, λοιπόν, είναι να εξασφαλίσουμε ότι η επένδυση αυτή στον Πειραιά θα είναι βιώσιμη και λειτουργική στο μέλλον».
Στην προκήρυξη για την πώληση των μετοχών του ΟΛΠ, το ΤΑΙΠΕΔ δεν έχει ξεκαθαρίσει το πρόβλημα  που υφίσταται  με την ΕΕ   και απλά  αναφέρεται σε αυτό   περιγραφικά, μεταθέτοντάς το χρονικά   προκαλώντας  ασάφειες και προβληματισμό σε μη κινεζικά συμφέροντα που θα ήθελαν να επενδύσουν.  Από την πλευρά της, η διοίκηση της Cosco δηλώνει για το θέμα του φιλιού διακανονισμού: «Ελπίζουμε η προσπάθεια να έχει αίσιο τέλος, προκειμένου ο Πειραιάς και οι εργαζόμενοι στο λιμάνι να αποκομίσουν όλα τα οφέλη που προβλέπονται από αυτήν.»

Θρίλερ

Στο μεταξύ, λίγες μόλις ώρες μετά την αναχώρηση του Κινέζου πρωθυπουργού από την Ελλάδα εμφανίστηκε ο πρόεδρος του Ναυτιλιακού Επιμελητηρίου Πειραιά, Γιώργος Γράτσος, ο οποίος με τοποθέτησή του έκανε λόγο για ασύμμετρες παρεμβάσεις στο λιμάνι του Πειραιά, εξαιτίας της παρουσίας των Κινέζων και το ξεκίνημα της λειτουργίας της σιδηροδρομικής γραμμής της ΤΡΑΙΝΟΣΕ που ανταγωνίζεται πλέον ευθέως μεγάλα της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης:

«Με τον πρώτο συρμό εμπορευματοκιβωτίων, της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ένα  όραμα τουλάχιστον 15ετίας του Ναυτικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος (ΝΕΕ), το λιμάνι του Πειραιά κατέστη σημαντικό διευρωπαϊκό διαμετακομιστικό κέντρο. Ενδεχομένως να υπάρξουν πολύπλευρες και ασύμμετρες αντιδράσεις. Διακυβεύονται μεγάλα συμφέροντα. Ας ληφθεί ιδιαίτερα υπόψη» για συνεχίσει εκφράζοντας την  πεποίθηση ότι η Ελλάδα και ειδικότερα ο Πειραιάς μπορεί να εξελιχθεί  όχι μόνο ως ναυτιλιακό  αλλά και ως επιχειρηματικό και οικονομικό κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου προσελκύοντας κατάλληλες εταιρείες και επενδύσεις με σταθερό, φιλικό και ανταγωνιστικό λειτουργικό και φορολογικό σύστημα που θα αποφέρει πολλά και ποικίλα οφέλη.

«Η Ελλάδα ευρίσκεται στο νοτιοανατολικό μέρος της ΕΕ αλλά και στο κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου. Η Αθήνα είναι μιάμιση ώρα μακριά από τις πρωτεύουσες των χωρών της Εγγύς και Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής που σήμερα αντιμετωπίζουν υπαρξιακά προβλήματα. Στην σημερινή συγκυρία, αλλά και ανέκαθεν, μπορέσαμε και μπορούμε να αναπτυχθούμε όχι μόνον ως ναυτιλιακό, αλλά και ως επιχειρηματικό και οικονομικό κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου προσελκύοντας κατάλληλες εταιρείες και επενδύσεις με σταθερό, φιλικό και ανταγωνιστικό λειτουργικό και φορολογικό σύστημα που θα αποφέρει πολλά και ποικίλα οφέλη» επεσήμανε ο Γ.Γράτσος.

Ο ΟΛΠ


Όσο αφορά την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ οι αντιδράσεις είναι έντονες από πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους αλλά και φορείς του λιμανιού: «Η σημερινή αξία της ΟΛΠ ΑΕ ανέρχεται σε περίπου 1,150 εκατ. ευρώ χωρίς τις κατασκευές των νέων προβλητών κρουαζιεροπλοίων που έχουν επιδοτηθεί από κοινοτικά κονδύλια σε ποσοστό 95%, ήτοι 120 εκατ. ευρώ, κάτι που αποτελεί το υψηλότερο ποσοστό επιδότησης που έχει δοθεί για αυτού του είδους έργα.  Αυτή η επιδότηση κινδυνεύει δυστυχώς να ακυρωθεί, εάν αλλάξει το σημερινό καθεστώς διαχείρισης της ΟΛΠ ΑΕ από δημόσιο σε ιδιωτικό» επισημαίνουν οικονομικοί κύκλοι του λιμανιού και προσθέτουν:

«Η ΟΛΠ ΑΕ σήμερα δεν οφείλει τίποτα στο Ελληνικό δημόσιο, αντιθέτως αποδίδει 2% επί του ετήσιου τζίρου της στο κράτος. Το έτος 2013 αποδόθηκαν στο Κράτος 26 εκατ. ευρώ ενώ τα γενικά και μισθολογικά έξοδα μειώθηκαν από 71% σε 46,6% χωρίς να δημιουργηθεί κανένα λειτουργικό πρόβλημα».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.