28 Φεβ 2017

Αντιδρούν οι ακτοπλόοι για την απαγόρευση απόπλου λόγω οφειλών σε ναυτικούς





Οι αλλαγές που προβλέπει το σχέδιο νόμου του υπουργείου Ναυτιλίας για τις συμβάσεις ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, το εργασιακό αλλά και θέματα που αφορούν δικαιώματα επιβατών είναι τρία σημεία για τα οποία ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας κατέθεσε τις αντιρρήσεις του και  τις αντιπροτάσεις του.


Για τις άγονες  γραμμές οι ακτοπλόοι επισημαίνουν ότι υπάρχει θέμα αθέμιτου ανταγωνισμού κυρίως όσο αφορά την ανάθεση εκτέλεσης δρομολογίων προνομιακά στην Τοπική Αυτοδιοίκηση :

«Ο Σύνδεσμός μας καλεί το Υπουργείο να προχωρήσει σε ουσιαστικό διάλογο προκειμένου να γίνουν κατανοητές τυχόν αδυναμίες του υφιστάμενου συστήματος ανάθεσης γραμμών δημόσιας υπηρεσίας με διαγωνιστικές διαδικασίες και να προταθούν λύσεις εκατέρωθεν.
Με τη διάταξη αυτή επιχειρείται προνομιακή μεταχείριση των φορέων και οργανισμών που αναφέρονται (δήμοι, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις …….),  κατά παρέκκλιση των σχετικών διατάξεων του ν. 2932/2001, των διατάξεων περί διενέργειας δημόσιων διαγωνισμών, νοθεύοντας τον υγιή και ελεύθερο ανταγωνισμό με την παρέμβαση της κεντρικής διοίκησης (κυβέρνησης) αναθέτοντας δημόσια υπηρεσία στους εν λόγω φορείς, αποκλείοντας άλλους πλοιοκτήτες ή εφοπλιστές και χωρίς να τηρείται η διαδικασία των σχετικών διαγωνισμών.
Επίσης δεν κατανοούμε το γεγονός ότι ενώ μιλάμε για κάλυψη επειγουσών συγκοινωνιακών αναγκών, η σύναψη προγραμματικών συμβάσεων ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας προβλέπεται για μία πενταετία.
Πέραν των ανωτέρω νομικών προβληματισμών είναι γνωστό ότι η κατά το παρελθόν διενέργεια σχετικών με το θέμα δραστηριοτήτων (ακτοπλοϊκή εξυπηρέτηση) από δήμους, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, εταιρείες  λαϊκής βάσης, κ.α,  είχε αρνητικά έως και καταστροφικά αποτελέσματα, πρώτον για τους ίδιους τους φορείς ως επιχείρηση,  αλλά και στην εξυπηρέτηση των αναγκών των κατοίκων των συγκεκριμένων νησιών. Το μοντέλο αυτής της δραστηριότητας ακτοπλοϊκής εξυπηρέτησης έχει αποτύχει παντελώς και εδώ και δεκαετίες έχει εγκαταλειφθεί. Τυχόν δε εκδήλωση ενδιαφέροντος από αντίστοιχους φορείς και οργανισμούς δεν στηρίζεται σε ακτοπλοϊκή αναγκαιότητα παρά μόνο σε βραχυχρόνια πολιτική σκοπιμότητα καθαρά τοπικού ενδιαφέροντος».
Οι εργαζόμενοι
Στο άρθρο 56 του νομοσχεδίου τονίζεται ότι  «πριν από την έναρξη δρομολογίων εκάστης δρομολογιακής περιόδου επιβατηγού και οχηματαγωγού, επιβατηγού ή φορτηγού πλοίου, επιβατηγού υδροπτέρυγου και ταχύπλοου πλοίου οι πλοιοκτήτες υποχρεούνται να έχουν εξοφλήσει τις πάσης φύσης αποδοχές του πληρώματος του πλοίου και τις αναλογούσες εισφορές. Οι αρμόδιες Λιμενικές Αρχές, σε συνεργασία, όπου απαιτείται, με τις καθ` ύλην αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, πριν από την έναρξη δρομολογίων του πλοίου επαληθεύουν τη συμμόρφωση του πλοιοκτήτη με τις προαναφερόμενες υποχρεώσεις του.
 Εάν Λιμενική Αρχή γίνει αποδέκτης καταγγελίας προδήλως βάσιμης ή πληροφορηθεί με οποιοδήποτε τρόπο ότι πλοιοκτήτης δε συμμορφώνεται με τη νομοθεσία για την καταβολή των πάσης φύσεως αποδοχών στο πλήρωμα καθώς και την προσήκουσα απόδοση των ανάλογων ασφαλιστικών εισφορών διερευνά το θέμα σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ναυτικής Εργασίας, τη Διεύθυνση Ελέγχου Διαχείρισης της Ασφάλειας Πλοίων και Λιμενικών Εγκαταστάσεων και τη Διεύθυνση Επιθεώρησης Πλοίων του Αρχηγείου Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και χορηγεί προθεσμία (15) δεκαπέντε ημερών για την συμμόρφωση του πλοιοκτήτη, ανεξάρτητα από τη διαδικασία επιβολής των νομίμων κυρώσεων. Σε περιπτώσεις παρόδου απράκτου της προθεσμίας του προηγουμένου εδαφίου επιβάλλεται απαγόρευση απόπλου σύμφωνα με το άρθρο 42 ΚΔΝΔ, η οποία αίρεται μόνον εφόσον εξοφληθούν οι οφειλόμενες αποδοχές».
Ο ΣΕΕΝ επισημαίνει:

«Με το προτεινόμενο κείμενο του άρθρου 56 επιχειρείται για πρώτη φορά με έντονο τρόπο, η ευθεία σύνδεση της δραστηριότητας του πλοίου με οφειλές του πλοίου προς τους ναυτικούς και τα ασφαλιστικά ταμεία, προτείνοντας μεταξύ των άλλων το μέτρο της απαγόρευσης απόπλου του πλοίου.
Με την προτεινόμενη διάταξη επιχειρείται η ευθεία παρέμβαση της διοίκησης σε οικονομικές διαφορές μεταξύ δυο συμβαλλομένων (πλοίο και ναυτικός) που ενδεχομένως να υπάρχουν ή να αμφισβητούνται ή να διαφέρουν ως προς το ποσό ή ακόμα και ως προς αυτή την υποχρέωση. Για την προστασία των ναυτικών από αφερέγγυους πλοιοκτήτες ή εφοπλιστές υφίσταται πλούσιο και ισχυρό νομοθετικό πλαίσιο {ποινικές κυρώσεις (ΑΝ 650/1945), αστική απαίτηση (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας), εγκατάλειψη ναυτικού από τον πλοιοκτήτη (ν. 1120/1981 και ν. 3816/2010), προνόμιο του μισθού κατά τα άρθρα 205-209 ΚΙΝΔ, επίσχεση εργασίας (άρθρα 325, 329, 353 ΑΚ)  και διοικητικό}, εξασφαλίζοντας για τους ναυτικούς κατά τον καλύτερο τρόπο τα δικαιώματά τους. Επιπρόσθετα η εφαρμοζόμενη μέχρι σήμερα συμβουλευτική παρέμβαση των Λιμενικών αρχών σε τέτοιες διαφορές συνετέλεσε και συντελεί στην επίλυση επιτόπου και άμεσα δεκάδων τέτοιων διαφορών. Επιπλέον σύμφωνα με την επικείμενη νέα νομοθεσία MLC από 18.1.2017 προβλέπεται (από P & I Club) η μισθοδοσία απλήρωτων ναυτικών και ως εκ τούτου περιττεύει η προσθήκη διατάξεων για το ίδιο θέμα.
Η επαπειλούμενη ποινή, για μη καταβολή αποδοχών στο πλήρωμα κατά την εισήγηση «πάσης φύσεως αποδοχών» καθώς και η μη απόδοση ασφαλιστικών εισφορών, όπως διατυπώνεται στο σχέδιο της διάταξης, «επιβάλλεται απαγόρευση απόπλου..», αποτελεί για την οικεία λιμενική αρχή η επιβολή της υποχρεωτικής απαγόρευσης απόπλου του πλοίου. Η υποχρεωτική απαγόρευση απόπλου πλοίου ως ποινή, είναι ιδιαίτερα αυστηρή, καθόσον είναι γνωστές οι αρνητικές συνέπειες  που έχει κάθε απαγόρευση απόπλου στην οικονομική εκμετάλλευση του πλοίου, και όταν αφορά ακτοπλοϊκό πλοίο ιδιαίτερα στην ακτοπλοϊκή εξυπηρέτηση της νήσου ή των νησιών, με προβλήματα που προκύπτουν με την καθυστέρηση ή την ακύρωση ακτοπλοϊκού δρομολογίου, όταν συγκεκριμένα αυτό μπορεί να γίνει και μεσούσης της δρομολογιακής περιόδου.
Επιπρόσθετα, η ύπαρξη τέτοιας διάταξης στο νομοθετικό πλαίσιο, είναι βέβαιο ότι θα αποτελέσει βάση ή ακόμη και κίνητρο σε τυχόν μικρή μειοψηφία κακόβουλων ή ασυνείδητων ναυτικών που δυστυχώς πιθανόν να υπάρχουν, για τη διεκδίκηση με την απειλή της απαγόρευσης απόπλου του πλοίου παράλογων και υπερβολικών ή και μη δικαιούμενων για αυτούς αποδοχών και η ναυτική εταιρεία η οποία εκβιαζόμενη και πιεζόμενη από το μέτρο της απαγόρευσης απόπλου του πλοίου της να ενδίδει και να υποκύπτει. Με την αρμόδια Λιμενική αρχή να καλείται ως τελεσίδικο «δικαστήριο» να αποφανθεί εντός περιορισμένου τις περισσότερες φορές χρόνου για το δίκαιο ή το άδικο της απαίτησης, χωρίς να έχει πλήρη αποδεικτικά στοιχεία ή πολλές φορές και την επαρκή γνώση του νομοθετικού πλαισίου και το σημαντικότερο χωρίς να έχει εξουσία ή αρμοδιότητα από το νόμο να εκδικάζει ως δικαστήριο ανάλογες περιπτώσεις.
Το μέτρο δε της απαγόρευσης απόπλου του πλοίου ως «ποινή» θα πρέπει να είναι το έσχατο, να επιβάλλεται σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις παράβασης της σχετικής νομοθεσίας και το δικαίωμα επιβολής αυτής της ποινής, ιδιαίτερα για ακτοπλοϊκά πλοία και για παραβάσεις του υπό κρίση άρθρου, να λαμβάνει χώρα μόνο κατά την κρίση του, ο Υπουργός Ναυτιλίας, για την περίπτωση μη καταβολής αποδοχών στο πλήρωμα κατόπιν έκδοσης καταδικαστικής σε βάρος του πλοίου αμετάκλητης σχετικής δικαστικής απόφασης αρμοδίου δικαστηρίου ως επίσης και για μη απόδοση ασφαλιστικών εισφορών κατόπιν σχετικού εγγράφου ειδοποίησης  του οικείου ασφαλιστικού οργανισμού. Επίσης θα πρέπει να προβλεφθεί ότι η τήρηση εξόφλησης των εισφορών προς τους φορείς με τμηματικές καταβολές σύμφωνα με τη ρύθμιση, θα θεωρείται για την εταιρεία ότι είναι «ενήμερη». Άλλωστε, από το σύνολο των διεθνών συμβάσεων και κανονισμών που έχουν ενταχθεί στο ελληνικό δίκαιο αναφέρεται ότι η αρμόδια αρχή ελέγχου επιβάλλει το μέτρο της κράτησης πλοίου (απαγόρευση απόπλου) μόνο σε περιπτώσεις που διαπιστώνεται έλλειψη όρου/ων ασφαλείας του πλοίου και εξαιτίας αυτών ύπαρξη πρόκλησης κινδύνου σε ανθρώπινη ζωή, ρύπανση του θαλάσσιου περιβάλλοντος ή μόλυνσης του περιβάλλοντος και ζημιάς σε πράγματα ή περιουσία, ενώ επισημαίνεται ότι σε περιπτώσεις άδικης κράτησης του πλοίου, αυτό δικαιούται αποζημίωσης από τη ζημιά που προκλήθηκε εξαιτίας της κράτησης. Από την παράθεση των ανωτέρω προτάσεων προκύπτει ότι αρχίζει ένας ατέρμονας αγώνας δικαστικών διεκδικήσεων, που θα δυναμιτίσει το καλό κλίμα των σχέσεων πλοιοκτησίας και ναυτεργατών».
Τέλος για το δικαίωμα του επιβάτη να διεκδικήσει αποζημίωση εφόσον λόγω καιρικών συνθηκών απαγορευθεί ο απόπλους του πλοίου ο ΣΕΕΝ επισημαίνει:

«Να διαγραφεί το εν λόγω άρθρο 57 γιατί τα θέματα αναστολής απόπλου λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών ρυθμίζονται από το άρθρο 9 του Ν. 3709/2008.
Επιπλέον δε,  ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 1177/2010 ισχύει σε όλα τα Κράτη Μέλη της Ε.Ε. και υπερισχύει κάθε άλλης αντίστοιχης διάταξης της εσωτερικής νομοθεσίας. Σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ. 3 του Κανονισμού 1177/2010 σε περίπτωση που η ματαίωση ή καθυστέρηση οφείλεται σε καιρικές συνθήκες οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο την ασφαλή λειτουργία του πλοίου, δεν εφαρμόζονται οι αποζημιώσεις του άρθρου 17 παρ. 2. (έως 80 ευρώ ανά διανυκτέρευση και μέχρι για τρεις κατά ανώτατο όριο διανυκτερεύσεις).  Αντίθετα με την πρόταση τροποποίησης του άρθρου 57 παρ. 1  οι αποζημιώσεις αυτές επιβάλλονται.
Η όλη πρόταση του άρθρου 57 θα δημιουργήσει επιπλέον συγχύσεις από αυτές που μέχρι σήμερα ανακύπτουν στην καθημερινή εφαρμογή ταυτόχρονα δύο νομικών πλαισίων (των όρων του Κ. 1177/2010 και του Ν. 3709/2008 όπως ισχύει σήμερα).
Για αυτούς τους λόγους είναι επιβεβλημένη η κατάργηση του νόμου 3709/2008 εφόσον η εφαρμογή του Κ. 1177/2010 είναι υποχρεωτική και στη χώρα μας όπως και στις άλλες χώρες μέλη της Ε.Ε.»




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.